Σάββατο 11 Ιουνίου 2011

Ένα άρθρο για την S.K.

C: Γράφω την αλήθεια και αυτό με σκοτώνει.”
Crave” - S.K.

Ως τώρα το μπλογκ αυτό αποτελούνταν από 2 αρκετά προσωπικές αναρτήσεις, τόσο προσωπικές, που κάποιος, που ίσως να το διαβάζει να το κατατάξει στην κατηγορία των μπλογκ-ημερολογίων.

Καιρός να αλλάξει αυτό.

Όπως είχα πει το χόμπι ή σωστότερα η μεγάλη αγάπη μου είναι το θέατρο. Μου αρέσει να παρακολουθώ, να παίζω (αισίως 3 χρόνια πια), να σκηνοθετώ και να διαβάζω (η γραφή δεν με έχει απασχολήσει ακόμα κυρίως για σεβασμό προς την τέχνη). Τολμώ να πω ότι έχω διαβάσει αρκετά έργα (σίγουρα όχι όσα θα ήθελα), από όσους/όσες θεατρικούς συγγραφείς έχω διαβάσει ένας ή πιο σωστά μια με άγγιξε πραγματικά, με μια κατάφερα να συνδεθώ, με την Sarah Κane. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί ένα κείμενο που είχα γράψει πριν από καιρό και την αφορά (ας με συγχωρέσει...).



Όταν η Κane έγραψε το “Λαχταρώ” όλοι οι κριτικοί έσπευσαν να την επαινέσουν. Η Κane τους είχε δώσει, προσφέρει μάλλον θα ήταν το σωστότερο, ένα σταθερό έδαφος, ένα δίαυλο επικοινωνίας Τον άξιζαν; Μάλλον όχι. Μετά τις αντιδράσεις τους απέναντι στο “Blasted” και στο “Καθαροί, πια” η ταπεινή μου γνώμη είναι ότι δεν το άξιζαν. Δεν δέχθηκαν, δεν μπορούσαν ή μάλλον η στενομυαλιά τους δεν τους άφησε να δουν πίσω από τη βία, που παρουσιάστηκε εκείνη την νύχτα στο Royal Court. Μια βία όμως, που σύμφωνα και με την ίδια την Κane, αντικατόπτριζε πάντα μια βαθιά ελπίδα σε πολύ συγκεκριμένες καθολικές, όπως τις θεωρούσε, αρχές.

Πραγματικά δυσκολεύομαι να καταλάβω πως κάποιος δεν μπρεί να δει το βαθύτερο νόημα πίσω από τους ακρωτηριασμούς του Ροντ, την πολύ ουσιαστική ιστορία αγάπης, που ενυπάρχει πίσω από τη βία, το πολύ απλό και ταυτόχρονα πολύ ουσιαστικό συμπέρασμα του “τώρα” στην αγάπη. Όχι λοιπόν, δεν το άξιζαν και πραγματικά πιστεύω ότι πρέπει να ευγνωμονούμε την μεγαλοψυχία, την αδυναμία και (το επόμενο το λέω με τον πλέον αγνό τρόπο και με πλήρη αντίληψη του πόνου που προκαλούσε στην Κane) την κατάθλιψη της Κane. Στο “Λαχταρώ” η γραφή που αναπτύχθηκε στο δεύτερο μισό του “Blasted” και στο “Καθαροί, πια” τελειοποιείται Βασικά μετά το “Λαχταρώ” πιστεύω ότι την Κane πέρα από τις βασικές ιδιότητες της θεατρικής συγγραφέως, της σκηνοθέτιδος, της (κατά περίσταση) ηθοποιού, της δασκάλας (είχε διδάξει σε πολλά σεμινάρια θεατρικής γραφής) πρέπει να της απονείμουμε και αυτή την ποιήτριας. 

Το “Λαχταρώ” φαίνεται ότι έχει μια βαθιά, ποιητική δομή, γλώσσα και ύφος. Η Κane συρράφει εικόνες, κλέβει αισθήματα, ανακαλεί μουσικά ακούσματα, αναγνώσματα, και εμπειρίες της και τα μπλέκει, τα ομογενοποιεί και μας τα προσφέρει απλόχερα, καλώντας μας βυθιζόμενοι μέσα σε αυτό το μείγμα να βυθιστούμε και μέσα στον δικό μας εαυτό. Το “Λαχταρώ” μπορεί να φαίνεται ένα κείμενο συγγραφέως, ένα κείμενο γραμμένο για να το αντιλαμβάνεται πλήρως μόνο ο/η συγγραφέας, όμως δεν αποκλείει τον θεατή από την “μαγεία” του. Αυτό ήταν το δώρο της Κane λοιπόν, ακόμα και η απουσία σημειώσεων, που συνοδεύει το “Λαχταρώ”, είναι δώρο. Εκείνη είχε πει ότι το έκανε για να αποφύγει την υπερεστίαση των επίδοξων αναλυτών σε αυτές έχοντας στο μυαλό της τον Τ.Σ. Έλιοτ και το ποίημα “The Waste Land” (βασική επιρροή που πέφτεις πάνω της σελίδα παρά σελίδα στο κείμενο). Εγώ δεν το βλέπω έτσι όμως, ακόμα και αυτό είναι δώρο στον αναγνώστη, ένας κώδικας επικοινωνίας με το υπερπέραν, μια σύνδεση με την Sarah, την οποία ο καθένας μας σεβόμενος τόσο την συγγραφέα όσο και τον εαυτό του οφείλει να εγκαταστήσει.

Ποτέ δεν γνώρισα την Sarah Κane πραγματικά (αν και πολύ θα το ήθελα), την γνώρισα όμως μέσα από τον μονόλογο του Α στο “Λαχταρώ” (ήταν το πρώτο μου ανάγνωσμα από εκείνη) και με καθήλωσε ο έρωτας που αποτυπωνόταν σε αυτόν. Έρωτας και αγάπη που βασίζονταν στην κάθε ξεχωριστή και μοναδική στιγμή μιας σχέσης. Στην συνέχεια διάβασα τα έργα της και είδα το θυμό της, την χαρά της, την ελπίδα της, την απελπισία της και το τέλος. Η Κane είναι από τους λίγους συγγραφείς, που σου δίνουν αυτή την δυνατότητα να την γνωρίσεις μέσα από τα έργα της. Όπως είπα ποτέ δεν γνώρισα την Κane, πάντα όμως θα την φαντάζομαι με αυτό το αυθάδικο χαμόγελο, ενός ατόμου διαρκώς ερωτευμένου αλλά και φοβισμένου, όπως το περιγράφει ο Harold Pinter.

Συνοδεία: Λόλεκ – Αχινός





Δεν υπάρχουν σχόλια: